Mirror – Ένα συμπεριληπτικό σύμπαν πολλαπλών οπτικών γωνιών από τους Die Wolke
Mirror – Ένας Λαβύρινθος Αντικατοπτρισμών και Εμπειρίας
(Κριτικό σημείωμα για το Mycelium Art-web)
Υπάρχουν παραστάσεις που παρακολουθείς, και υπάρχουν παραστάσεις που σε απορροφούν, που σε τοποθετούν μέσα στον κόσμο τους και σου ζητούν να χαθείς. Το Mirror της Die Wolke Art Group ήταν μια τέτοια εμπειρία: ένα ανοιχτό, συμπεριληπτικό σύμπαν, όπου η κάθε παρουσία – θεατή ή περφόρμερ – υφαίνει το δικό της νήμα πλοήγησης στον λαβύρινθο του αντικατοπτρισμού.
Η τοπολογία της περφόρμανς αποτέλεσε ένα από τα πιο δυνατά της στοιχεία. Το γεγονός ότι δεν υπήρχαν καθορισμένες θέσεις και ότι το κοινό μπορούσε να περιφέρεται στον χώρο, να επιλέγει τη δική του γωνία θέασης, να καθορίζει το δικό του ρυθμό πρόσληψης, με έκανε πολύ χαρούμενη. Είναι μια προσέγγιση που δουλεύω κι εγώ τον τελευταίο καιρό: μια πολυπρισματική θέαση που δεν εγκλωβίζεται σε μία οπτική, αλλά προσκαλεί το σώμα και την αντίληψη σε μια εμπειρία διαρκούς μετακίνησης.
Το εικαστικό πλαίσιο της παράστασης ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρον, με τις προβολές και τις εγκαταστάσεις να δημιουργούν ένα ρευστό περιβάλλον όπου το φυσικό και το ψηφιακό συνυπήρχαν οργανικά. Η χρήση της τεχνολογίας δεν ήταν επιφανειακή ούτε διακοσμητική· αντίθετα, υπήρχε ουσιαστική αλληλεπίδραση με το παραστατικό γεγονός, ενισχύοντας τη θεματική του έργου. Ειδικά η ιδέα της εξόδου από τον χώρο της παράστασης ήταν μια πολύ εύστοχη επιλογή. Από το όνειρο στην πραγματικότητα, χωρίς απότομες μεταβάσεις – σαν μια σταδιακή αφύπνιση.
Η αισθητική του όλου καλλιτεχνικού οικοσυστήματος γέννησε έναν πολύ ενδιαφέροντα διάλογο με το έργο του Michael Ende. Ο τρόπος που οι Die Wolke προσέγγισαν τον κόσμο του, χωρίς να τον αναπαράγουν μηχανικά αλλά μεταφέροντας τη φιλοσοφία του σε μια νέα φόρμα, δημιούργησε ένα πολυεπίπεδο περιβάλλον ερμηνείας. Σε αυτό συνέβαλε και η εκπληκτική σωματικότητα των πέντε performers, οι οποίοι λειτούργησαν ως νευρώνες ενός συλλογικού ονείρου που εξελισσόταν μπροστά μας. Το ενεργειακό τους πεδίο, ο ρυθμός, η ακρίβεια και η συνοχή τους έκαναν την εμπειρία αποκαλυπτική για όποιον/α/ο είχε τις κεραίες του ανοικτές να συλλάβει, να αφουγκραστεί, να αλληλεπιδράσει και να εκπέμψει.
Αν υπήρχε κάτι που θα ήθελα περισσότερο, αυτό θα ήταν η ευκρίνεια στα ηχογραφημένα κείμενα. Οι φωνές έμοιαζαν να χάνονται μέσα στο πυκνό ηχητικό τοπίο, και θα είχε ενδιαφέρον αν μπορούσε να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στη σαφήνεια της αφήγησης.
Σε γενικές γραμμές, το Mirror ήταν μια παράσταση στην οποία δεν αρκεί να παραδοθείς παθητικά. Χρειάζεται να αφεθείς, να νιώσεις και να συνδεθείς για να απολαύσεις πραγματικά την εμπειρία της. Για μένα, αυτό είναι το πιο ουσιαστικό κριτήριο: αν ένα έργο δεν σε ωθεί να γίνεις μέρος του, τότε τι αφήνει πίσω του;
Μου αρέσουν οι παραστάσεις που με καλούν να χαθώ για να βρω κάτι νέο. Το Mirror ήταν ακριβώς αυτό.
Έλενα Σταματοπούλου
Comments
Post a Comment