Ο Κύκλος των Χαμένων Ποιητών: ανάμεσα στη μνήμη και την παρούσα στιγμή
Ο Κύκλος των Χαμένων Ποιητών: ανάμεσα στη μνήμη και την παρούσα στιγμή
Υπάρχουν έργα που δεν παρακολουθούμε απλώς∙ τα κουβαλάμε μέσα μας. Για εμάς που ήμασταν έφηβα τέλη της δεκαετίας του '80 και αρχές της δεκαετίας του ’90, ο Κύκλος των Χαμένων Ποιητών δεν ήταν απλώς μια ταινία. Ήταν μανιφέστο. Ήταν κάλεσμα. Ήταν μια κραυγή: Carpe diem. Μας έμαθε να στεκόμαστε όρθια πάνω στο θρανίο της ζωής και να φωνάζουμε: O Captain, my Captain. Πώς, λοιπόν, να αποκοπεί κανείς από αυτή τη μνήμη όταν κάθε εικόνα της ταινίας είναι ριζωμένη στο είναι του;
Η θεατρική μεταφορά του έργου, την οποία είδα το Σάββατο που μας πέρασε στο θέατρο «Αριστοτέλειον» (που επιβάλλεται να κάνει ανακαίνιση), αναμετρήθηκε με αυτή την ισχυρή παρακαταθήκη και κατάφερε, σε μεγάλο βαθμό, να σταθεί με σεβασμό και καθαρότητα απέναντί της. Ο Άκης Σακελλαρίου, υποδυόμενος τον Τζον Κήτινγκ, δεν αποπειράθηκε να μιμηθεί τον Robin Williams – και ευτυχώς. Επέλεξε να δώσει στον ρόλο μια δική του ανάγνωση, πιο εσωτερική, ώριμη και γήινη, εστιάζοντας περισσότερο στην ήρεμη πυγμή της σκέψης και δίνοντας μια διαφορερική χαρισματική εκκεντρικότητα από του κινηματογραφικού προκατόχου του. Και η επιλογή του δικαιώθηκε.
Στον αντίποδα, ο Τάσος Χαλκιάς ως διευθυντής Νόλαν ήταν καθηλωτικός. Με μια ερμηνεία χαμηλόφωνη αλλά σφιχτοδεμένη, απέδωσε ιδανικά τη σκληρότητα της εξουσίας που δεν κραυγάζει αλλά συνθλίβει με το βάρος της σιωπής. Η μεταμόρφωσή του επί σκηνής ήταν τέτοια που σχεδόν δεν τον αναγνώρισα.
Η ομάδα των νεαρών ηθοποιών που υποδύθηκαν τους μαθητές απέδωσε με αξιοπρέπεια το κεντρικό αφήγημα, παρότι η σκιά του κινηματογραφικού πρωτοτύπου ήταν έντονη. Η παράσταση κατάφερε να κρατήσει τον ρυθμό της, χωρίς να χάνεται στο σκόρπισμα των επιμέρους ιστοριών, ενώ η σκηνοθεσία και η σκηνογραφία υπηρέτησαν με συνέπεια τον βασικό άξονα της αφήγησης: ποιος είναι ο ρόλος του δασκάλου και ποιος ο ρόλος της εκπαίδευσης.
Μοναδική ίσως αστοχία, η επιλογή του ηθοποιού στον ρόλο του πατέρα του Νηλ, που ηλικιακά δεν έπειθε μέσα στο ρεαλιστικό πλαίσιο της σκηνοθεσίας, αποδυναμώνοντας την αντίστοιχη ιστορία. Παρ’ όλα αυτά, η παράσταση κατάφερε να επικοινωνήσει τον πυρήνα της: την αγωνία του να βρεις τη φωνή σου σε έναν κόσμο που επιμένει να σου την στερεί.
Σε μια εποχή που η εκπαίδευση συρρικνώνεται στην εμπορευματοποίηση, στη διαχείριση της ύλης, στις εξετάσεις και στους δείκτες αξιολόγησης, η υπενθύμιση του «Κήτινγκ» μοιάζει πιο επίκαιρη από ποτέ. Ο δάσκαλος δεν είναι τεχνοκράτης γνώσεων αλλά συνοδοιπόρος∙ δεν διδάσκει στους μαθητές του τι να μάθουν αλλά πώς να μαθαίνουν∙ δεν βαθμολογεί, αλλά εμπνέει. Η θεατρική σκηνή αναδεικνύεται εδώ σε υπαρξιακό τόπο μνήμης και στοχασμού της εκπαιδευτικής αποστολής: όχι ως χώρος πειθάρχησης, αλλά ως εφαλτήριο ελευθερίας, ερωτήσεων και συνειδητής αφύπνισης.
Ίσως να μην υπήρξαν οι σκιές της νύχτας, οι κουκούλες, το ποδόσφαιρο με υπόκρουση Μπετόβεν, τα τοπία της σιωπής που μας ταξίδευαν στην ταινία. Αλλά υπήρχε κάτι άλλο: μια ανάσα. Μια διακριτική, τίμια προσπάθεια να μεταφερθεί η φλόγα — έστω κι αν η φλόγα αυτή πια δεν είναι ξέσπασμα, αλλά μια ήπια, βαθιά ανάσα που επιμένει να υπενθυμίζει στη μεσήλικη ζωή μας πλέον: Seize the day. Make your lives extraordinary.
Έλενα Σταματοπούλου
Comments
Post a Comment